external idle time - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

external idle time - translation to ρωσικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Idling; IDLE (disambiguation); Idle (disambiguation)

external idle time      
время простоя по внешним причинам
idling         
idling noun 1) безделье 2) tech. работа на холостом ходу
external fixation         
  • External fixation of the mandible.
  • Kirschner pins immobilising the damaged limb.
External Fixation; External fixator; Ex-fix; Ex fix; Closed reduction and percutaneous pinning

медицина

внешняя фиксация

наружная чрескостная фиксация

Ορισμός

ЧАСОВЫЕ ПОЯСА

Βικιπαίδεια

Idle

Idle generally refers to idleness, a lack of motion or energy.

Idle or idling, may also refer to:

Μετάφραση του &#39external idle time&#39 σε Ρωσικά